Σκοπός του έργου

Τα ορεινά χωριά μας έχουν ζωή εδώ και χιλιάδες χρόνια. Οι κάτοικοί τους, γαντζωμένοι στις πλαγιές των βουνών, σε τόπους αντικειμενικά φτωχούς, με περιορισμένους φυσικούς πόρους, οργάνωσαν τη ζωή τους και τις κοινότητές τους, δημιούργησαν το δικό τους πολιτισμό.
Τις δεκαετίες μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και τον εμφύλιο, ο πληθυσμός των ορεινών χωριών ελαττώθηκε γρήγορα, τα σχολεία έκλεισαν, τα χαρακτηριστικά των ίδιων των χωριών άλλαξαν.
Ας παρατηρήσουμε την αλλαγή αυτή για το Αργυρό Πηγάδι μέσα από δυο φωτογραφίες.

Η πρώτη είναι από το βιβλίο του λαογράφου Δημήτρη Λουκόπουλου «Θέρμος και Απόκουρο». Η φωτογραφία είναι βγαλμένη ή την περίοδο 1941-42 οπότε ο συγγραφέας πραγματοποίησε το οδοιπορικό του στα χωριά της περιοχής ή το 1963 όταν ο γιός του συγγραφέα Νίκος Λουκόπουλος περιήλθε πεζός, επί ένα μήνα, όλα τα χωριά της περιοχής, ώστε να βγάλει φωτογραφίες και να βγει έτσι πλήρες το βιβλίο από τον Σύνδεσμο Αποκουρητών «ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ».

Στη φωτογραφία βλέπουμε το ναό του Αγίου Δημητρίου με το καμπαναριό, το νεκροταφείο αριστερά και μπροστά και δεξιά φαίνεται ένα μέρος της μεγάλης χωμάτινης στέρνας, αποθήκης νερού για άρδευση, της γούρνας όπως τη λέγαμε. Μπροστά από τη στέρνα είναι μια ακαλλιέργητη έκταση, κοινοτική, που τη λέγαμε «Μαραβίτσα».
Η λεζάντα της φωτογραφίας είναι: «Γκερτοβός – Αργυρό Πηγάδι. Η εκκλησία και η πλατεία». Ο τίτλος είναι προφητικός…

Μετά από μερικές δεκαετίες, ο ίδιος χώρος έχει αυτή τη μορφή. Δεν είναι τα μάρμαρα που αντικατέστησαν τους ταπεινούς ξύλινους σταυρούς στο νεκροταφείο που κάνουν τη διαφορά. Η βασική διαφορά έγκειται στο ότι έφυγε η μεγάλη χωματόγουρνα και στη θέση της βρίσκεται σήμερα πραγματικά μια πλατεία με ένα συγκρότημα καφενείου, ξενώνα κλπ

Η αλλαγή αυτή έγινε τη δεκαετία του 1970. Η μεταφορά της στέρνας από το κέντρο στην άκρη του χωριού, στη θέση «Καψαλάκι», όπου κατασκευάστηκαν δυο τσιμεντένιες στέρνες, χωρίς να αλλάξουν οι αρδευόμενες από το νερό αυτό εκτάσεις, παρά μόνο για να ελευθερωθεί ο χώρος του κέντρου ώστε να γίνει η πλατεία, σηματοδοτεί και την αλλαγή στην ιεράρχηση αξιών και προτεραιοτήτων, σηματοδοτεί την αλλαγή χαρακτήρα του ίδιου του χωριού.

Το μέχρι τότε ορεινό αλλά παραγωγικό χωριό μετατρέπεται γρήγορα, ουσιαστικά σε ένα οικισμό δεύτερης κατοικίας. Η παραγωγική του δραστηριότητα συρρικνώνεται, χωρίς όμως να εξαλειφθεί.

Η ίδια περίπου πορεία ακολουθείται από όλα τα ορεινά χωριά της πατρίδας μας…
Η μακρόχρονη όμως ιστορία τους έχει να μας πει πολλά. Πιστεύουμε ότι η διάσωση της εμπειρίας αιώνων, που συνίσταται στην εναρμόνιση της ανθρώπινης ζωής με το φυσικό περιβάλλον, δεν είναι μόνο μια απόδοση τιμής στο μόχθο των ανθρώπων που έζησαν, αιώνες τώρα, στα ορεινά μας χωριά, αλλά έχει και οικονομική, επιστημονική και εκπαιδευτική διάσταση. Είναι μια συμβολή στον προβληματισμό για τη σωστή διαχείριση των φυσικών πόρων σε τοπικό, εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο.

Είναι μια πολύτιμη πολιτισμική κληρονομιά, που αξίζει να τη γνωρίσουμε, αξίζει να αποτελεί οδηγό ζωής για μας και τα παιδιά μας.

Γιατί το φυσικό περιβάλλον ήταν αυτό που τους φιλοξενούσε και τους παρείχε τους πόρους ζωής. Πόρους όχι ανεξάντλητους αλλά περιορισμένους. Άρα χρειαζόταν προσαρμογή στις συνθήκες του τόπου τους και συνετή διαχείριση των διαθέσιμων πόρων, έτσι που να ζήσουν αυτοί και τα παιδιά τους. Χρειαζόταν αυτό που λέμε αειφορική διαχείριση.

Αξίζει να γνωρίσουμε τις αρχές και τις αξίες των ανθρώπων των ορεινών χωριών μας, καθώς και τον τρόπο ζωής τους. Όχι για να υπηρετηθεί η ανάγκη της νοσταλγίας, αλλά να διερευνηθεί το πόσο παραγωγικά ήταν και πώς τα κατάφερναν.
Θα το επιχειρήσουμε, σε αυτή την παρουσίαση, μέσα από το Αργυρό Πηγάδι, τον παλιό Γκιρτοβό, το πιο ορεινό χωριό του Δήμου Θέρμου, μέσα από τις φωτογραφίες και τις μαρτυρίες των ανθρώπων του χωριού αλλά και των επισκεπτών του, η μαρτυρία των οποίων έχει ιδιαίτερη αξία αφού είναι εξωτερικοί παρατηρητές.

Γράφει, ενδεικτικά, ο μεγάλος μας λαογράφος Δημήτρης Λουκόπουλος μετά την πρώτη γνωριμία του με το χωριό μας.

Ο πληθυσμός του χωριού είναι 198 ψυχές και ζει από τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Εδώ τα πρόβατα βρίσκουν τα ημερινά τους βόσκοντας στα πλάγια της αποπάνου Τριανταφυλλιάς. Κι έτσι λοιπόν ο Γκερτοβός (Αργυρό Πηγάδι) έχει το ψωμάκι του, έχει τα όσπριά του, τρώει και πουλεί, κάνει κρασί μπόλικο, μπόλικα έχει και τα γαλακτερά, και τρώει και πουλεί. Κάστανα βγάζει περίσσια. Ένα βουνίσιο χωριό σαν και τούτο και να τάχει όλα τα χρειαζούμενα είναι από τα σπάνια. Κι έτσι εξηγείται γιατί και στην αρχαία εποχή κατοικούσαν εδώ πάνω Αιτωλοί.

Ο έμπειρος επισκέπτης βλέπει ένα βουνίσιο χωριό που έχει όλα τα χρειαζούμενα, που οι άνθρωποί του έχουν τον τρόπο να καλύπτουν τις ανάγκες τους, να είναι αυτάρκεις. Η διαπίστωση είναι βέβαια σωστή. Για να το πετύχεις όμως αυτό απαιτούνται κάποιες προϋποθέσεις.

Αυτές θέλουμε να διερευνήσουμε και να αναδείξουμε. Το πόσο παραγωγικό ήταν το χωριό αυτό και πώς τα κατάφερνε θέλουμε να παρουσιάζεται στο Σχολείο μας που πλέον θα λειτουργεί σαν «Κέντρο Περιβαλλοντικής Ευαισθητοποίησης και Ανάδειξης της Πολιτιστικής Κληρονομιάς Ορεινών Χωριών».

Η κατάσταση δε αυτάρκειας που περιγράφει ο Δημήτρης Λουκόπουλος για το Αργυρό Πηγάδι, στην πραγματικότητα, δεν ήταν από τα σπάνια, δεν ήταν η εξαίρεση, αλλά ο κανόνας. Έτσι ζούσαν όλα τα ορεινά μας χωριά, για αυτό και αυτή η διερεύνηση έχει ένα ευρύτερο ενδιαφέρον.