Παράλληλη και συμπληρωματική με τη γεωργία είναι η ενασχόληση των κατοίκων με την κτηνοτροφία. Κάθε οικογένεια του χωριού είχε τα ζωντανά της. Μικρότερο ή μεγαλύτερο κοπάδι ανάλογα με τις δυνατότητές της να το συντηρεί.
Όσοι διατηρούσαν μέχρι και 30 ή 40 ζώα μπορούσαν να τα ξεχειμωνιάζουν στο χωριό έστω και δύσκολα. Όσοι συντηρούσαν περισσότερα τα κατέβαζαν στα χειμαδιά. Πολύ μεγάλα κοπάδια δεν υπήρχαν στο χωριό γιατί στα όρια της κοινότητας δεν υπήρχαν οι πολύ μεγάλοι βοσκότοποι. Τα ζώα τα συντηρούσαν σε καλύβια, κατά προτίμηση κοντά στο σπίτι, για να τα φτάνουν εύκολα. Πολλές φορές όμως τα καλύβια ήταν πιο μακριά.
Τα καλύβια είναι κτισμένα με ντόπια υλικά, πέτρες και λάσπη στον τοίχο και σχιστόπλακες στη στέγη. Είναι ισόγεια ή διώροφα. Τα διώροφα εξυπηρετούν καλύτερα. Στο ισόγειο διατηρούνται τα ζώα και στον όροφο οι τροφές. Πολλές φορές συντηρούσανε ζώα και στο ισόγειο των διώροφων σπιτιών τους.
Όταν τα ζώα της οικογένειας είναι λίγα τα κλείνουν σε μαντριά, τα συντηρούν κοντά στο σπίτι και τα φροντίζει όλη η οικογένεια. Όταν είναι πολλά τα ανεβάζουν στο βουνό και κάποιος της οικογένειας, ο τσοπάνης, είχε την κύρια ευθύνη.
Η καλύτερη εποχή για τους τσοπάνηδες είναι η άνοιξη και το καλοκαίρι όταν οι βοσκότοποι είναι πλούσιοι σε τροφή.
Βοσκότοποι είναι οι κοινοτικές χορτολιβαδικές εκτάσεις, κυρίως πάνω στο βουνό, όπου βόσκουν τα ζώα.
Οι βοσκότοποι γενικά ήταν περιορισμένοι. Τα κοπάδια πάντα ήθελαν περισσότερες εκτάσεις. Για αυτό και υπήρχαν συνέχεια προστριβές με τους τσοπάνηδες των διπλανών χωριών, αλλά και ανάμεσα στις γειτονικές κοινότητες για τα όρια των κοινοτήτων που σημαίνει και όρια των βοσκοτόπων. Με το γειτονικό χωριό της Καστανιάς είχε γίνει πραγματική μάχη με όπλα το 1864 που κατέληξε στον τραυματισμό ενός Αργυροπηγαδίτη.
Θυμάται ο Γιάννης Κότσαλος:
Είχαμε Διαφωνίες με την Καστανιά. Ήθελαν νάρχονται μέχρι τα Διμνιά. Έγινε μάχη. Ο Χρήστος ο Νικολάου ήταν ανάπηρος από τον πόλεμο της Τριχιάς.
Τελικά, και δικαστικά κατέληξαν στο ότι τα σύνορα των χωριών άρα και των βοσκοτόπων θα είναι αυτά των κορυφογραμμών, «όπως κυλάνε τα νερά». Βέβαια πάντα οι τσοπάνηδες και τα ζώα ήθελαν μια μεγαλύτερη ευχέρεια κινήσεων. Αυτό αναγνωριζόταν εκατέρωθεν και κατέληγαν σε συμφωνίες.
Για παράδειγμα σε συμφωνητικό, του 1965, ενοικίασης των καστανιώτικων εκτάσεων που συνορεύουν με το Αργυρό Πηγάδι σε ποιμένα από το Νεροσύρτη, αναφέρεται ότι αυτός
…ουδέ ποτέ θέλει διώξει τους ποιμένας Αργυροπηγαδίου Τριχωνίδος εις τα σύνορα, οίτινες εν απολύτω δικαιώματι θα εισέρχονται 100 μέτρα εις τα σύνορά μας όπως ορίζει η ειδική συμφωνία του έτους 1916…
Η κάθε οικογένεια ή καλύτερα το κάθε σόι είχε τη δική του περιοχή, το δικό του «γύρισμα» και δεν έμπαινε ο ένας στην περιοχή του άλλου.
H κτηνοτροφία όλα αυτά τα χρόνια, τους καλοκαιρινούς μήνες, ήταν ελεύθερη. Τα ζώα δεν κλείνονταν τη νύχτα σε μαντριά.
Συγκέντρωναν τα ζώα στις στρούγκες για να τα αρμέξουν και μετά τα άφηναν και πάλι ελεύθερα.
Πρόσεχαν μόνο να μην εισέλθουν τα ζώα τους στους βοσκότοπους των γειτονικών χωριών, να μην προκαλέσουν ζημίες σε καλλιεργημένες εκτάσεις και να μη μπουν σε αγροκτήματα που οι ιδιοκτήτες τους το απαγορεύουν. Συνήθως υπήρχε και σχετική σήμανση το «σαμάκωμα».
Κάποιες πηγές που υπήρχαν στο βουνό έδιναν το νερό τους για να πίνουν τα ζώα. Για να διευκολύνονται κατασκεύαζαν τα «καλάνια» από κορμούς δέντρων.
Ο κάθε τσοπάνης φροντίζει το κοπάδι του, γνωρίζει όλα του τα ζώα, τους δίνει ονόματα, τους μιλάει…
Πολλές φορές είχαν απώλειες λόγω κλοπών, ή από άγρια ζώα, κυρίως λύκους. Αυτό υποχρέωνε πολλές φορές τους τσοπάνηδες να κοιμούνται τη νύχτα στο βουνό, κοντά στα ζώα. Αν εντοπιζόταν λύκος στην περιοχή, οργάνωναν «παγάνα». Πολλοί κυνηγοί οργανωμένα και με όπλα εντόπιζαν και σκότωναν το λύκο.
Η συντήρηση των ζώων το χειμώνα είναι δύσκολη. Χόρτα το χειμώνα στην περιοχή υπάρχουν λιγοστά. Για τα γίδια τα πράγματα είναι πιο εύκολα. Τρέφονται με το φύλλωμα αειθαλών δέντρων, έλατα, πουρνάρια κλπ.
Χιόνια στην περιοχή πέφτανε αρκετά. Πολλές φορές, τα ζώα υποχρεώνονται να μείνουν κλεισμένα μέσα στα καλύβια για πολλές μέρες, είναι δύσκολο ακόμα και για νερό να τα βγάλουνε. Πρέπει να τα ταΐσουν από τις αποθηκευμένες τροφές, κυρίως τριφύλλια. Αλλά τους φέρνουν και λατσούδες, τούφες από τα έλατα. Δεν κόβουν τις κορφές, αλλά τα πλαϊνά κλαδιά. Κόβουν επίσης και κλαδιά από πουρνάρια και φιλίκια. Εξαιρετική τροφή για τα αιγοπρόβατα είναι και η «μελά», ο ιξός, που παρασιτεί κυρίως πάνω στα έλατα, αλλά βρίσκεται σε μικρές ποσότητες και συλλέγεται δύσκολα.
Τα ζώα συμβάλλουν καθοριστικά στη διατροφή της οικογένειας, με το κρέας τους και τα γαλακτοκομικά τους προϊόντα.
Ας ακούσουμε κάποιες από τις γυναίκες του χωριού:
Τι τρώγατε;
Γιαννούλα Ντούρου:
Μαγειρεύαμε. Είχαμε τα πράματα. Το γάλα, το τυρί μας, τις πατάτες μας, τα φασόλια μας. Φτιάναμε πίτες. Μαζεύαμε το καλαμπόκι μας, το σιτάρι μας, τα φασόλια μας. Τις φακές μας τα ρεβύθια μας.Τι σας μαγείρευε η μάνα σας;
Δήμητρα Σωτηροπούλου:
Φασόλια, πατάτες, ό,τι έδινε ο τόπος μας… Είχαμε όμως τα πράματα. Ζούσαμε απ’ το γάλα. Σφάζαμε και κανένα ανάμεσα…
Το γάλα το τρώνε βρασμένο, με ψωμί. Φτιάχνουν όμως και το τυρί της χρονιάς, το βούτυρο, το κατίκι, τη μυζύθρα, την πρέντζα, το ξινόγαλο, το χοντρόγαλο.
Το τυρί και το βούτυρο πρέπει να συντηρηθούν για όλη τη χρονιά. Το βούτυρο, αρκετά αλμυρό, σε δοχεία γυάλινα. Το τυρί συνήθως μέσα σε δερμάτινα ασκιά ή ξύλινα ταλάρια σε άρμη.
Τα ασκιά – δέρματα ζώων με κατάλληλη επεξεργασία, ήταν δοχεία για πολλές χρήσεις.
Ρήνα Κωνσταντινίδη: «Που βάζαμε το γάλα; Σφάζαμε ένα κατσίκι. Βάζαμε στάχτη μέσα στο τομάρ΄κι έβγαιναν τα μαλλιά. Βγάζαμε φλούδες απ’ τα πλατάνια, ήταν κόκκινες. Τις βράζαμε και τ’ς ρίχναμε μέσα στο τομάρι, να κοκκινίσει, για να μην τρυπάει. Εκεί μέσα βάζαμε το γάλα».
Θα φτιάξουν τον τραχανά και τις χυλοπίτες της χρονιάς. Θα τα αποθηκεύσουν σε μεγάλες υφασμάτινες σακούλες.
Πουλάνε ζώα, κυρίως αρνιά και κατσίκια την άνοιξη, ή τα προϊόντα τους, τυρί και βούτυρο, για να αγοράσουν άλλα απαραίτητα. Το εισόδημα από την κτηνοτροφία αποτελεί ένα σημαντικό τμήμα του οικογενειακού εισοδήματος.
Σημαντικό προϊόν για την οικιακή οικονομία του χωριού είναι το μαλλί των ζώων, ιδιαίτερα των προβάτων. Το μαλλί αυτό οι γυναίκες του χωριού θα το γνέσουν στη ρόκα για να το κάνουν νήμα. Απαραίτητο συμπλήρωμα της ρόκας είναι το αδράχτι και το σφοντύλι.
Όπως γράφει η Βασιλική Καραγεώργου στις Μικρές της Ιστορίες για την Υφαντική στο χωριό μας:
Οι μανάδες μας ως προίκα είχανε αδράχτι και ρόκα.
Όπως επίσης η προίκα κάθε γυναίκας του χωριού περιελάμβανε και την «τριχιά» με την οποία θα φορτωνόταν όλη της τη ζωή.
Ρήνα Κωνσταντινίδη:
Οι νυφάδες φέρνανε και την τριχιά για προίκα. Τριχιά και ρόκα.
Στις φωτογραφίες βλέπουμε δυο περίτεχνες ρόκες, γυναικών του χωριού. Η πρώτη ήταν της Φωτεινής συζύγου Βασίλη Ταλαγάνη. Η δεύτερη είναι φτιαγμένη από τον Ηλία Γ. Καραγεώργο.
Με το νήμα στη συνέχεια θα φτιάξουν τα διάφορα πλεκτά που οι άξιες γυναίκες του χωριού ξέρουν να δημιουργούν. Φανέλες, πουλόβερ, μπέρτες, ζακέτες και κάλτσες, τα τσουράπια. Θα φτιάξουν και τα υφαντά τους στον αργαλειό.
Κλινοσκεπάσματα, μαντανίες, βελέντζες, φλοκάτες αλλά και τα στρωσίδια, τα κιλίμια, τα τσόλια, τις πάντες που κρατούν ζεστό το σπίτι, τους κρύους χειμωνιάτικους μήνες.
Με τα σχέδια που χρησιμοποιούν αναδεικνύουν την τέχνη τους και την αισθητική τους.
Για στρωσίδια υφαίνουν επίσης τις κουρελούδες, αξιοποιώντας όλα τα παλιά υφάσματα. Επίσης υφαίνουν τα σακιά για τις μεταφορές τους, όπως επίσης και τα σακούλια τους που συνήθως άντρες και γυναίκες κουβαλούν στον ώμο τους πηγαίνοντας στις δουλειές τους. Εκεί τοποθετούν μικρά εργαλεία και το λιτό τους γεύμα.
Τα υφαντά που, κατά κανόνα, πρέπει να φτιάξει η ίδια, αποτελούν κατά το κύριο μέρος την προίκα της νύφης. Θα τα μεταφέρουν σε πομπή με τα στολισμένα ζώα στο σπίτι του γαμπρού και θα καμαρώνουν για το γίκο που θα γίνει που αποτελεί και μια ένδειξη για την αξιοσύνη της νύφης.
Ο παραδοσιακός αυτός τρόπος ενασχόλησης με την κτηνοτροφία διατηρήθηκε μέχρι τις μέρες μας. Βέβαια η ελεύθερη κτηνοτροφία, με τα ζώα ελεύθερα στα βουνά, εγκαταλείφθηκε λόγω της μεγάλης αύξησης των λύκων που προξενούν μεγάλες καταστροφές. Τα κοπάδια παρακολουθούνται πλέον όλη τη μέρα και το βράδυ κλείνονται σε μαντριά.
Στα ντοκουμέντα παρατίθεται ένα γράμμα του Νίκου Γ. Κωνσταντινίδη στον αδελφό του Κώστα, με οδηγίες για την περιποίηση κάποιων ζώων ράτσας, κατσίκες, που του έφερε από την Ελβετία σε μια προσπάθεια εκσυγχρονισμού. Προσπάθεια που δεν απέδωσε γιατί οι συνήθειες δύσκολα αλλάζουν. Επίσης μπορείτε να βρείτε:
- Συμφωνητικό ενοικίασης βοσκοτόπων της κοινότητας Καστανιάς.
- Σημείωμα στον Αγροφύλακα, ιδιοκτήτη αγροκτήματος.
Μπορείτε ακόμα να διαβάσετε τα παρακάτω κείμενα σχετικά με την κτηνοτροφία και τη ζωή των τσοπάνηδων στο χωριό μας, δημοσιευμένα κατά καιρούς, στην εφημερίδα του Συνδέσμου Αργυροπηγαδιτών «Το γράμμα μας»:
- ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΟ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ, του Νίκου Γ . Κωνσταντινίδη
- ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ, του Δημήτρη Τσόλκα
- ΜΙΚΡΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ – ΥΦΑΝΤΙΚΗ, της Βασιλικής Ν. Καραγεώργου
- ΜΙΚΡΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ – ΤΟ ΣΦΑΞΙΜΟ ΤΟΥ ΓΟΥΡΟΥΝΙΟΥ, της Βασιλικής Ν. Καραγεώργου